Γεννήθηκα σε μια εποχή κατά την οποία οι περισσότεροι νέοι έιχαν χάσει την πίστη τους στον θεό, για τους ίδιους λόγους που οι μεγαλύτεροι τους την είχαν - χωρίς να ξέρουν το γιατί. Και καθώς το ανθρώπινο πνεύμα έχει τη φυσική τάση να ασκεί κριτική γιατί αισθάνεται και όχι γιατί σκέφτεται, οι περισσότεροι απ ' αυτούς τους νέους διάλεξαν την Ανθρωπότητα ως υποκατάστατο του θεού. Ανήκω ωστόσο σ' εκείνο το είδος των ανθρώπων που είναι πάντοτε στο περιθώριο αυτού στο οποίο ανήκουν και οι οποίοι δεν βλέπουν μόνο το πλήθος που αποτελούν μέρος του, αλλά και τις μεγάλες εκτάσεις που υπάρχουν δίπλα. Γι ' αυτό δεν εγκατέλειψα τον θεό τόσο απόλυτα όσο αυτοί, μήτε και αποδέχτηκα ποτέ την Ανθρωπότητα (....)
Έτσι, μην ξέροντας να πιστεύω στον θεό, και μην μπορώντας να πιστέψω σε ένα σύνολο ζώων, έμεινα, όπως άλλοι στην παρυφή του ανθρώπινου πλήθους, σ' εκείνη την απόσταση από τα πάντα την οποία κοινώς αποκαλούμε Παρακμή. Η Παρακμή είναι η ολοκληρωτική απώλεια της ασυνειδησίας, διότι η ασυνειδησία είναι η βάση της ζωής. Αν η καρδιά μπορούσε να σκεφτεί, θα σταματούσε. Σε όποιον, όπως εγώ, ζει χωρίς να ξέρει να ζει, και στους ελάχιστους όμοιούς μου,πέρα από την παραίτηση ως τρόπος ζωής και το στοχασμό ως πεπρωμένο; (....)
Και έτσι, ξένοι απέναντι στην επισημότητα όλων των κόσμων, αδιάφοροι στο θείο και περιφρονώντας το ανθρώπινο, παραδοθήκαμε επιπόλαια στην αίσθηση χωρίς σκοπό, που καλλιεργείται στα πλαίσια ενός εκλεπτυσμένου επικουρισμού, καθώς αρμόζει στα εγκεφαλικά μας νεύρα.