Στρέφω κάθε τόσο το πρόσωπο μου στον ώμο και μυρίζω το αγαπημένο μου, τελευταία, άρωμα. Η μυρωδιά της φωτιάς… Η μυρωδιά του καμμένου – της στάχτης. Ποτισμένη στα άπλυτα ρούχα μου.
Να πως η ύλη αποκτά νόημα… Η μπλούζα μυρίζει φωτιά… Εκείνη την αξέχαστη μεγάλη φωτιά κάτω από τον έναστρο ουρανό. Καιόμενα φλαμουρόξυλα ανάμεσα στις ψηλές φλαμουριές που μας σκεπάζουν οι σκιές τους. Επιβλητικές, σε προστατεύουν μα και σε επικρίνουν για τα κομμένα ξύλα. Σε προτρέπουν να σκεφτείς ότι εκεί είσαι απλά φιλοξενούμενος.
Γυρίζοντας στον αριστερό μου ώμο μυρίζω τσιγάρο. Τσιγάρα… Αμέτρητα. Όλα ποτισμένα στα πνευμόνια της και στη μπλούζα μου. Ασθενική με ένα όμορφο χαμόγελο τριγυρίζει μέσα στο κλουβί της. Δεν ζητάει ποτέ τίποτα. Μόνο να την αφήσεις να αυτοκαταστρέφεται όπως αυτή επιθυμεί. Τσιγάρο – τσιγάρο μετά από ένα άλλο τσιγάρο και δίπλα ένα λιποζάν σχεδόν τελειωμένο από την επαναλαμβανόμενη χρήση.
Κάπου πιο χαμηλά στη μπλούζα μου ξεχωρίζουν κάτι μικροί λεκέδες από εκείνο το σαπούνι… Οσμές… οσμές σ’ όλο το ταξίδι… μυρίζω. Η μύτη μου μάλλον ερεθίστηκε, αισθάνομαι να καίει στο εσωτερικό της. Τόσες ξεχωριστές μυρωδιές γεμίζουν μυαλό, ψυχή, κατακλύζουν τις αισθήσεις μου.Φωτιά, τσιγάρα, έρωτας, σαπούνι, απορρυπαντικά, φαγητά, ταξίδια…
Μόλις ολοκληρωθεί η μετάβαση δεν έχω παρά να πλύνω την μπλούζα και αυτό ήταν όλο. Πάλι το ύφασμα αυτό δεν θα έχει κάποια ουσία. Τα υλικά δεν θα χουν κάποια ουσία. Ευτυχώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου