Κύριε πρόεδρε
Σας γράφω ένα γράμμα
Που ίσως διαβάσετε
Αν έχετε καιρό
Φτάσανε τα χαρτιά μου
Πως πρέπει να καταταγώ
Να φύγω για τον πόλεμο
Τ’ αργότερο την Τετάρτη.
Όμως κύριε πρόεδρε
Δεν πρόκειται να πάω
Δεν βρέθηκα σ’ αυτή τη γη
Για να σκοτώνω αθώους.
Δεν θέλω να θυμώσετε
Μα πρέπει να σας πω
Πως το’ χα πάρει απόφαση
Να γίνω λιποτάχτης.
Βλέπω στη λίγη μου ζωή
Πως πέθανε ο πατέρας μου
Πως φύγανε τα αδέρφια μου
Και τα παιδιά μου κλαίνε
Η μάνα μου απ’ τα βάσανα
Τώρα βαθιά στον τάφο
Γελάει με τους εξοπλισμούς
Περιγελάει τους στίχους
Όταν με χώσαν φυλακή
Άρπαξαν τη γυναίκα μου
Άρπαξαν τη ψυχή μου
Το παρελθόν που αγάπησα.
Αύριο ξημερώματα
Την πόρτα θα χτυπήσω
Στα μούτρα των νεκρών
Καιρών
Και θα χυθώ στους δρόμους
Θα ζητιανέψω τη ζωή μου
Γυρνώντας τη Γαλλία
Από Βρετάνη ως Προβηγκία
Και σ’ όλους θα φωνάξω
Άρνηση στην υποταγή
Άρνηση στην κατάταξη
Μην πάει κανείς στον
Πόλεμο
Να φύγετε αρνηθείτε.
Αν πρέπει αίμα να χυθεί
Να δώσετε το δικό σας
Αφού αυτό διδάσκετε
Σε όλους κύριε πρόεδρε
Κι αν είναι να με πιάσετε
Πέστε στους χωροφύλακες
Ότι θα είμαι άοπλος
Κι αν θέλουν ας μου ρίξουν.
(Του Μπορίς Βιάν μεταφορά από το Πανοπτικόν τεύχος 9.)
Και ελπίζω στο τέλος ο ...ποιητής να μην είναι και τόσο ειλικρινής...