" Το προσωπο μου γερασμενο. Ανοιγω τα ματια μου. Για ποσο ακομα θα βρισκομαι εδω; Βαριανασενω. Η οραση μου; Τα παντα θολα. Οπως και η μορφη σου... Εισαι εκει; Εσεις που με βλεπετε απο ψηλα τ'αντεχετε; Τοσο καιρο δεμενος σε αυτο το σημειο. Η τοξοτη πετρινη γεφυρα... Οι δυο οχθες του ποταμου... Στην ακρη της γεφυρας, εγω, ξεχασμενος. Αραγε ξεχωριζετε τα ασπρα μαλλια μου; το ρυτιδιασμενο μου προσωπο; την αγωνια μου; την προσμονη; -αυτες με καθηλωσαν εδω - Το φαραγγι απο πανω μου; την ερημια του τοπιου; Αποσταση, ψυχες σε αποσταση. Το ποταμι εχει στερεψει παλι. Τα ποδια μου, ενα με το πετρινο γεφυρι. Οι γεφυρες που φτιαχτηκαν, φτιαχτηκαν για να μας ενωνουν. Εγω στην μια ακρη, εσυ στην αλλη. Ο δρομος ανοιχτος. Κι ομως η αποσταση. Εχουν ματωσει τα ποδια μου. Η προσπαθεια μου παντα επιμονη. Θελω να σε φτασω. Αλλα αμα δεν σε νιωσω; Ψυχες σε αποσταση. Πως μικραινει αραγε η αποσταση; Τα δεντρα και τα κλαδια τους ντυνουν τον ουρανο πανω απο το κεφαλι μου. Σηκωνω τα ματια, καθαριζω τον ιδρωτα απο το μετωπο μου. Εισαι ακομη εκει αραγε; Ποιος εισαι; Η ανασα μου δυσκολευει οσο η ομιχλη πλησιαζει. Μια μου μετακινηση, κανει τα κλαδια να μεγαλωνουν. Απλωνονται γυρω απο τις πετρες και κλεινουν το δρομο. Το σκοταδι εχει επελθει πλεον. Παλι απετυχα. Χαιρετω το φεγγαρι τωρα. Η ωρα ομως ερχεται. Ενα με τα φυλλα, ενα με τα κλαδια, ανηψωνομαι... Εχω ηδη κανει ενα βημα προς εσενα. Τα κλαδια με αφηνουν σας πουπουλο πανω στην πετρα και ο περιπατος μου αρχιζει. Ποσο προσμενω μια αγκαλια. Η ζεστασια μιας αγκαλιας πυρωνει την ψυχη μου. Αλλα η προσμονη θα ειναι αυτη που θα με γυρισει πισω τελικα. Φαρμακι... Κι ομως οσο σε νιωθω, δεν ματαιοδοξω... Προχωρω, οι πετρες αρχιζουν να πρασινηζουν. Βλεπω το χορταρι που εχει ξετρυπωσει απο μεσα τους. Ξαφνου το περιβαλλον χρωματιζεται στα ματια μου... Η απεναντι οχθη, διπλα. Η αισθηση της αποστασης χαθηκε. Το φεγγαρι φωτιζει τις μορφες μας. Ξαφνου οι ανασες μας γιναν ενα. Βρισκομαστε προσωπο με προσωπο. Το νερο με ορμη γεμιζει την κοιτη του ποταμου. Τα παντα γυρω μου ανθισαν. Οπως και η καρδια μου. Το νερο ξεπλενει τα ματωμενα ποδια μου...Τοτε ακουω το φωνη σου"
- Δεν σ' αφησα ποτε. Παντα σε αναζητουσα και εγω. Ποτε ποτε σε ενιωθα, ησουν κοντα μου, με πλησιαζες. Η μεγαλη μου προσμονη ομως κι απογοητευση σου... Η αποσταση μεγαλωσε. Η γεφυρα μπροστα μου ερειπωμενη. Σε εβλεπα αλλα η σιωπη σου με τρομαζε. Πως να σε νιωσω; Πως να σε φερω κοντα; Αφηνα την θλιψη απεναντι μου αλλα επρεπε να ταξιδευω. Η μοναξια σου συντροφια. Τωρα ηρθες. Τωρα με ενιωσες. Μια στιγμη που το μυαλο σου σταματησε, βρηκες την μαγεια. Και εκει που η ομιχλη ειχε καλυψει τα παντα, ηρθες. Δεν ειχες σταματησει ποτε να με νιωθεις. Αλλα η γεφυρα παντα μας χωριζε. Σε ευχαριστω. Μοιραστηκαμε μια στιγμη ελευθερη. Γιναμε ενα. Βγηκες επιτελους απο την θλιψη. Ηρθες και με βρηκες, αλλα τωρα ξανα θα πεταξω. Θα σε περιμενω.
" Το χαμογελο μου, πηρε μαζι του τα χρονια. Πηρε μαζι του την απελπισια. Πλησιασα. Βρεθηκα για μια στιγμη μαζι σου, μιαν αιωνιοτητα "
Κι εμεις απο εκει ψηλα, αντικρυσαμε την εικονα του... Οι γεφυρες μπροστα του χιλιαδες. Η ομιχλη καλυπτε τα παντα στο βαθος του φαραγγιου. Το φαραγγι ντυμενο με καταπρασινα ελατα, τα αρχαια καφετια πετρωματα και τον αποτομο γκρεμο... Σαν ανοιξε τα χερια του και επεσε στα γονατα, ακουστηκε η φωνη του. Δεν ηταν θλιμμενη, ουτε χαρουμενη. Στεκοταν εκει και γελαγε. Ουτε ειρωνια, ουτε πικρια ειχε μεσα του. Χαμογελαγε και υστερα δακρυσε, απλα γιατι εβλεπε οτι το νερο του ποταμου κυλουσε.